ΣΤΟΝ ΤΟΞΟΘΡΑΥΣΤΗ
ΤΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΡΟΥΤΟΥ
Ήταν εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό που η βασίλισσα
είχε βγει βόλτα με το άλογό της στις αλέες του μεγάλου κήπου που η ίδια
έφτιαχνε γύρω από το ανάκτορο στο κέντρο μιας Αθήνας υπό ανίδρυση. Η πανέμορφη
σιλουέτα της πάνω στο ψηλό άλογο συχνά έγερνε για να αποφύγει τα κλαριά των δέντρων
κι αυτή η κίνηση της έδινε μεγαλύτερη κομψότητα και χάρη κάνοντας τον νεαρό λαϊκό
καβαλάρη να την παρακολουθεί διακριτικά, από μακριά, μη ξέροντας κατά βάθος αν θα ήθελε να τον προσέξει
η βασίλισσα ή αν κάτι τέτοιο θα την έκανε να απομακρυνθεί αμέσως από το οπτικό
του πεδίο. Για αρκετήν ώρα το κρυφτούλι των σκιών και των κλαριών ανάμεσα σ΄
αυτόν και στην ανυποψίαστη βασίλισσα τον
κράτησε σε εγρήγορση ώσπου παραδέχτηκε ότι θα την ήθελε στην αγκαλιά του. Και τότε
είδε τον έρωτα ανάμεσα στα παρτέρια… τον είδε να τον κοιτάζει περίλυπος και να
ετοιμάζει να σπάσει το τόξο του μην έχοντας «βέλη» για την περίσταση… κι ο νεαρός
με ένα σβέλτο πήδημα από το άλογό του έσπευσε να προσφέρει ένα βέλος από τα δικά του
στον απελπισμένο έρωτα αλλά …δεν πρόλαβε! Ο έρωτας είχε σπάσει το τόξο του… Ο Όθων - Φρειδερίκος - Λουδοβίκος περίμενε την Αμαλία στο σαλονάκι της ανήσυχος που αργούσε
να επιστρέψει η αγαπημένη του, όσο το ταπεινό αγροτόπαιδο επέστρεφε στο καλύβι
του σέρνοντας το άλογό του…Στο μυαλό του είχε τη βασίλισσά του και τον έρωτα τοξοθραύστη
έρωτα που πάντα βιάζεται να σπάσει το τόξο του γιατί πάντα ξεμένει από βέλη…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.