ΟΙ
ΙΠΠΟΙ
ΤΗΣ
ΓΕΦΥΡΑΣ ΤΩΝ “NIBELUNGEN”
«Tέχνη»
είναι ό,τι ο χρόνος συγχωρεί να εξακολουθεί
να υπάρχει στο πέρασμά του. Και, όσα
κάποτε εμφανίστηκαν ως «Τέχνη» και
συγκινούν ακόμη και σήμερα, πράγματι
δικαιούνται να φέρουν αυτό τον υψηλό
τίτλο διακρίσεως, όχι τόσο Αισθητικής,
αλλά ανύσματος χρόνου, το οποίο άνυσμα
επικυρώνει και την Αισθητική!.
Ο
γλύπτης Bernhard
Graf
Plettenberg
υπήρξε ένας από τους πολλούς εξέχοντες
(prominenten)
καλλιτέχνες του Γ’ Ράιχ (1933-1945) γεννημένος
στις 23 Απριλίου 1903, στη Γερμανία (
Hovestadt
του Soest).
Σύμφωνα
με τον Βρεταννό βιογράφο του Mortimer
G.
Davidson,
ξεκίνησε να ζωγραφίζει πολύ μικρός όταν
ήταν, μόλις, τεσσάρων ή πέντε ετών! Σε
ηλικία 18 ετών (1921) ταξίδεψε στη Ρώμη όπου
διδάχθηκε ζωγραφική από τον Ισπανό
δάσκαλο Antonio
Fabrès
ο οποίος υπήρξε ο επίσημος πορτρετίστας
του Πάπα Βενεδίκτου XV.
Τον
επόμενο χρόνο (1922) επιστρέφει στη Γερμανία
και εισάγεται στη Κρατική Σχολή Καλών
Τεχνών του Baden,
στη Καρλσρούη όπου σπουδάζει σύνθεση
και ανατομία με τον καθηγητή A.
Babberger.
Όμως, η προσωπική του αισθητική γρήγορα
τον έκανε να αντιπαθήσει το εξπρεσιονιστικό
ρεύμα που επικρατούσε σε αυτή τη σχολή
κι εγκαταλείπει την Καρλσρούη για να
μεταβεί στο Μόναχο. Άλλωστε, ο εκφυλισμός
της ευρωπαϊκής αισθητικής ήδη είχε
ξεκινήσει από το δεύτερο ήμισυ του 19ου
αιώνος και ο νεαρός καλλιτέχνης ένοιωθε
το χρέος της προασπίσεώς της.
Στο
Μόναχο, ο Bernhard
Graf
Plettenberg
εισάγεται στην Ακαδημία των Τεχνών όπου
γίνεται μαθητής του δασκάλου Angelo
Jank
και συνεχίζει να φοιτά κανονικά.
Το
1926 αφιερώνει μία παραμονή αρκετών μηνών
στη Σιλεσία όπου συνδράμει μιαν επιχείρηση
αποκαταστάσεως ιστορικών εκκλησιών
και ναϊδρίων.
Τέλος,
εργάζεται στο Βερολίνο υπό τον καθηγητή
Kunstmann
και τον βοηθό του Thol
και το 1928 επιστρέφει στο Μόναχο. Εκεί,
αποφασίζει να αφιερωθεί στη Γλυπτική
και αρχίζει να εργάζεται με τον Josef
Wackerle
ενώ συνεχίζει τη μαθητεία του με τον
καθηγητή Dörner
διδασκόμενος τη νωπογραφία. Εδώ αρχίζει
να εμπνέεται από την αρχαία ελληνική
και αιγυπτιακή Γλυπτική.
Το
1932 ολοκληρώνει τις σπουδές του διδασκόμενος
από τον γλύπτη Franz
Belke
στο Grevenbrück,
της Βεστφαλίας. Αν αθροίσουμε τα έτη
της σπουδής του θα δούμε τον αριθμό «11»
για να καταλάβουμε ότι στη Γερμανία οι
καλλιτεχνικές σπουδές, μέχρι ο καλλιτέχνης
να «δηλώσει» την ιδιότητά του, χρονικώς,
δεν ήσαν διόλου ευκαταφρόνητες και δεν
είχαν καμία σχέση με τις «μοντέρνες
σπουδές» που ο καθένας δηλώνει
«καλλιτέχνης» χωρίς να κοκκινίζει…
Το
1933, με συνταγματικές εκλογές, ο Γερμανικός
λαός εκλέγει τον Αδόλφο Χίτλερ και το
Ναζιστικό κόμμα στην εξουσία. Ο Bernhard
Graf
Plettenberg
εντάσσεται στο “N.S.D.A.P.”,
στο «Γερμανικό Εθνικό Κοινωνικό Κόμμα
των Εργατών» και συνδέεται με το τεράστιο
καλλιτεχνικό κίνημα που διαμορφώνει ο
Ναζισμός της εποχής εκείνης.
Μεσολαβεί
ο γάμος του και το 1935 εγκαθίσταται στο
Βερολίνο έτοιμος να δημιουργήσει στο
πλαίσιο της ιδεολογικής του αισθητικής.
Τον επόμενο χρόνο, εκθέτει στον Οίκο
της Γερμανικής Τέχνης το περίφημο έργο
του “Kugelstoßer”
που εντυπωσιάζει το Κοινό και του
αποφέρει ένα τιμητικό μετάλλιο. Τότε ο
Γερμανός αρχιτέκτονας επί των αθλητικών
εγκαταστάσεων του Γ’ Ράιχ, Werner
March
του αναθέτει την δημιουργία ενός γλυπτού,
της “Schwimmerin”
(κολυμβητρίας) προκειμένου να τοποθετηθεί
στην είσοδο του Κολυμβητικού Σταδίου.
Ο
Αδόλφος Χίτλερ, με το ιδιαίτερο ενδιαφέρον
του για την προώθηση των Καλών Τεχνών,
είναι γνωστό ότι πολύ πριν αναδειχθεί
σε Καγκελάριο είχε εκπονήσει πολλές
μελέτες για την αναβάθμιση της εθνικής
αισθητικής της Γερμανίας. Ως Αυστριακός,
είχε προτάξει στα σχέδιά του την ανάδειξη
πολλών αυστριακών αστικών κέντρων και
λοιπών φυσικών σημείων με έργα Τέχνης
και, ανάμεσα σ’ αυτά είχε προβλέψει
και την εκλάμπρυνση με μνημειακή Γλυπτική
της γεφύρας “Nibelungenbrȕcke”
η οποία ήταν μεταξύ του Linz
και του Urfahr,
η επέκταση της οποίας κατασκευαστικώς
είχε ανατεθεί στον αρχιτέκτονα Tamms.
To
προσωπικό, αυτό, όραμά του για την
γλυπτική διακόσμηση της “Nibelungenbrücke”
, ο Αδόλφος Χίτλερ το αναθέτει στον
Bernhard
Graf
Plettenberg
ο οποίος το αποδέχεται με ενθουσιασμό.
Το
έργο προέβλεπε την ανέγερση, στα τέσσερα
βάθρα της γεφύρας, των τεσσάρων εφίππων
ηρώων του εθνικού γερμανικού έπους των
“Nibelungen”:
του Siegfried,
της Kriemhild,
του Guntherand
και της Brunhild.
Πέραν
αυτών των μνημειακών αγαλμάτων, το ίδιο
έργο προέβλεπε και την παρουσίαση δύο
ακόμη μορφών, των Hagen
και Volger
στη βόρεια όχθη του Δουνάβεως, καθώς
και μία ανάγλυφη διακόσμηση περιμετρικά
της γεφύρας.
Ωστόσο,
σε λίγους μήνες, η πολωνική κυβέρνηση
ξεκινούσε την εφαρμογή της δόλιας
προκλήσεως των Γερμανών σε πόλεμο,
προκειμένου να συντριβεί ο ανερχόμενος
Ναζισμός με τη συσπείρωση εναντίον του
όλων των κυβερνήσεων που ήσαν υπό τον
έλεγχο του διεθνούς σιωνισμού, με
εξάρχουσα την βρεταννική. Ήδη, όλες οι
προτάσεις ειρήνης που είχε καταθέσει
επισήμως ο Αδόλφος Χίτλερ στην Κοινωνία
των Εθνών είχαν αγνοηθεί διότι ο δεύτερος
παγκόσμιος πόλεμος είχε ήδη αποφασισθεί
από τη «συμμαχική» πλευρά που εξηρτάτο
από τον διεθνή σιωνισμό και τη Μεγάλη
Τεκτονική Στοά που κυριαρχούσε στη Δύση
(Σκωτικό Δόγμα). Το σχέδιο ήταν ωμό: οι
Πολωνοί ξεκίνησαν μία, απρόκλητη, μαζική
γενοκτονία με άγριες σφαγές κατά των
Γερμανών της μειονότητος του διαδρόμου
του Γκτάνσκ. Εάν, μεν, ο Χίτλερ απέφευγε
την εισβολή θα κινδύνευε από το εσωτερικό
της χώρας του ως αδιαφορών για τη σφαγή
των συμπατριωτών του στη Πολωνία, εάν,
δε, εισέβαλε στη Πολωνία (όπως και
αναγκάσθηκε να πράξει) ο δεύτερος
παγκόσμιος πόλεμος ήταν δεδομένος με
προετοιμασμένους τους Αγγλοσάξονες,
Πολωνούς, Γάλλους κλπ, κατά της Γερμανίας.
Έτσι,
την 1η
Σεπτεμβρίου 1939 η Γερμανία εισέρχεται
στη Πολωνία για να προστατεύσει τους
σφαγιαζόμενους από τους Πολωνούς,
Γερμανούς μειονοτικούς του διαδρόμου
του Γκτανσκ. Ο Bernhard
Graf
Plettenberg,
ασχέτως εάν είναι ένας διακεκριμένος
καλλιτέχνης και προσωπικός ευνοούμενος
του ιδίου του Καγκελαρίου Αδόλφου Χίτλερ
βρίσκεται με το όπλο ανά χείρας στη
πρώτη γραμμή του πολέμου και λαβαίνει
μέρος σε όλη την εκστρατεία προστασίας
των συμπατριωτών του κατά των Πολωνών
σφαγιαστών! Το Γ’ Ράιχ και ο Γερμανικός
Ναζισμός διακατέχονταν από την αίσθηση
της τηρήσεως των κανόνων κράτους Δικαίου
και δεν δικαιολογούσε ριψάσπιδες όσο
ψηλά στη κοινωνική ιεραρχία και εάν
ήσαν… Η εμπλοκή του Bernhard
Graf
Plettenberg
στη πρώτη γραμμή του πολέμου και η
συμμετοχή του σε όλη την επιχείρηση
προστασίας των συμπατριωτών του στη
πολωνία, στοίχισε την καθυστέρηση της
ενάρξεως του γλυπτικού εγχειρήματος
στη “Nibelungenbrȕcke”
μέχρι το τέλος του 1940.
Μόλις
το 1943, ο Bernhard
Graf
Plettenberg
καταφέρνει να στήσει δύο μοντέλα των
υπό κατασκευή αγαλμάτων στα δύο βάθρα
της “Nibelungenbrȕcke”
: του Siegfried
και της Kriemhild.
Όμως «ο Πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί»,
όχι κατά τον Γερμανό Αδόλφο Χίτλερ αλλά
κατά τον Έλληνα Ηράκλειτο και ο διάσημος,
πια, γλύπτης Bernhard
Graf
Plettenberg
εγκαταλείπει και πάλι τη σμίλη για να
πιάσει το όπλο, μεταβαίνοντας, στα τέλη
του 1943 και μέχρι τον Ιανουάριο του 1944,
να πολεμήσει στη πρώτη γραμμή του μετώπου
της Ιταλίας!
Επιστρέφει
στο Kremsmȕnster
όπου και το εργαστήριό του και συνεχίζει
τη δημιουργία των αγαλμάτων του μέχρι
το 1945, όταν σλοβακικές δυνάμεις
καταλαμβάνουν τη περιοχή του ισοπεδώνοντας
την εγκατάστασή του και καταστρέφοντας
τα γλυπτά του! Τα υπέροχα γλυπτά που
προορίζονταν για την “Nibelungenbrȕcke”
κομματιάζονται από τον όχλο των εισβολέων
και, μέσα σε άναρθρες κανιβαλικές κραυγές
και ουρλιαχτά νίκης, τα συντρίμμια τους
πετιούνται στο Δούναβη! Την ίδια «τύχη»
είχε και ένα άλλο αριστούργημα που
προετοίμαζε στο εργαστήριό του: «Η
μητέρα με το βρέφος», ένα γλυπτό 3,5 μέτρων
ύψους που προορίζονταν για τον μνημειακό
τόπο Wewelsburg
(στο Paderborn).
Ένα άλλο έργο του με τη γυναικεία φιγούρα
της Γερμανίδος δισκοβόλου Gisela
Mauermayer
(Ολυμπιακό Στάδιο Βερολίνου 1936) οι
εισβολείς προτίμησαν να το …κλέψουν,
όπως επίσης έκλεψαν και δύο μεγάλα
σχέδια (16 και 3.5 μέτρων) διακοσμητικών
γιρλαντών με θέματα από το έπος των
“Nibelungen”
για την “Nibelungenbrȕcke”.
Οι
κατακτητές Αμερικανοί, οι ατιμώρητοι
δολοφόνοι της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι
συνέλαβαν τον Bernhard
Graf
Plettenberg
με την κατηγορία του … «διακεκριμένου
καλλιτέχνη» (!!) και τον φυλάκισαν επί
19 μήνες υπό άθλιες συνθήκες κατέργου!
Οι, Αμερικανοί, υπερατλαντικοί διεθνείς
εγκληματίες πολέμου που τόλμησαν να
παραστήσουν τους «στρατοδίκες» στην
«οπερέτα» της «δίκης» της Νυρεμβέργης,
είχαν κάνει ακριβώς το ίδιο και για τον
κορυφαίο Φασίστα ποιητή και νομπελίστα
Ezra
Pound
τον οποίο μάλιστα, ως διακεκριμένο
στοχαστή (!!), φυλάκισαν για δώδεκα χρόνια
(!!) σε ένα κλουβί …σκύλου!
Οι
ίδιοι αντιφασίστες που δολοφόνησαν
(!!) στο κάτεργο της Fresnes,
την 6η
Φεβρουαρίου 1945, τον Γάλλο ποιητή Robert
Brasillach
για να «σβήσουν» τα πνευματικά του
σαλπίσματα, οι ίδιοι αντιφασίστες που
δολοφόνησαν το Πνεύμα και την Αισθητική
ώστε να χτίσουν στα ερείπια του δευτέρου
παγκοσμίου πολέμου που προκάλεσαν τη
σύγχρονη δημοκρατία της παγκόσμιας
απανθρωπιάς, των ασταμάτητων πολεμικών
συγκρούσεων, της πείνας των κοινωνιών
και της υποδουλώσεως των εθνών σε
«αόρατους δανειστές» που ως εβραίοι,
Σάυλοκ, ζητούν μονίμως τόκους «σάρκας
και αίματος» από τους ηλίθιους που
υποκλίνονται, εκβιαζόμενοι, μπροστά
τους !
Αντιθέτως
απ΄ ό,τι επικράτησε να νομίζεται, ο
Αδόλφος Χίτλερ όχι μόνον δεν «απαγόρευσε»
καμία μορφή Τέχνης αλλά και αυτή την
εκφυλισμένη όπως την πίστευε της έδωσε
δημοσιότητα και προσεκάλεσε το Γερμανικό
Κοινό να την κρίνει σε μία μεγάλη
πανεθνική έκθεση που διοργανώθηκε στον
«Κεντρικό Οίκο Γερμανικής Τέχνης» στο
Μόναχο, από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο
του 1937. Ο Ναζισμός, με την μεγαλειώδη
έκθεση «ΕΚΦΥΛΙΣΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ» (“Entartete
Kunst”)
ανέδειξε και σε δημόσιο θέαμα προς
ελεύθερη κρίση εκείνο που θεωρούσε
κατώτερο των εθνικών αισθητικών
απαιτήσεων χωρίς καμία απολύτως διάθεση
«λογοκρισίας».
Βεβαίως
και πολύ ορθώς, η επίσημη πρόσκληση της
εκθέσεως σημείωνε την απαγόρευση εισόδου
ανηλίκων σεβόμενη την αθωότητα της
ανηλικιότητος και το βέβαιο ενδεχόμενο
της ανήκεστης προσβολής της από τα
εκτιθέμενα άσεμνα, εκφυλισμένα,
τερατουργήματα.
O
32σέλιδος επίσημος Κατάλογος της εκθέσεως
προέβαλε κατά τον πληρέστερο τρόπο τον
κανόνα αυτού που ο Ναζισμός θεωρούσε
ως αρρωστημένη «τέχνη», μία «τέχνη»
γεμάτη ασκήμια, τρόμο, αίμα, θάνατο!
Και
δεν είναι διόλου τυχαίο ότι ακριβώς
αυτή η έκφραση αρρώστιας έφτασε σήμερα
σε σημείο ώστε, λεκάνες τουαλετών με
«περιεχόμενο» να εκτίθενται ως
…«καλλιτεχνικές κατασκευές» ακόμη δε
και αληθινά ανθρώπινα έμβρυα κολλημένα
σε τελάρα να θεωρούνται «έργα τέχνης»
να θεωρούνται ως η … «τέχνη» της
αντιφασιστικής δημοκρατίας! Τα συντρίμμια
των αριστουργημάτων του Ναζιστή
καλλιτέχνη Bernhard
Graf
Plettenberg
«πήραν» μαζύ τους στο βυθό του Δουνάβεως
την Ευρωπαϊκή Αισθητική του υγιούς
Ανθρώπου! Δυστυχώς, όμως, δεν «πήραν»
μαζύ τους μόνον αυτό!...
Η
συντριβή των δύο αγαλμάτων που πρόλαβαν
να στηθούν στη “Nibelungenbrȕcke”
υπήρξε και το μοιραίο προανάκρουσμα
ενός αυτοκαστροφικού κόσμου που
βυθίζονταν στο τέλμα ενός ποταμού…
Διόλου τυχαία, ο μεγάλος Γερμανός
καλλιτέχνης είχε απεικονίσει επάνω
τους το πεπρωμένο των αυτοχείρων που
επέλεξαν βίαια να παραμείνουν σκλάβοι
του πνευματικού σκότους που νόμισαν ως
«ελευθερία».
Προσέχοντας
καλύτερα, μπορούμε να δούμε επάνω στις
ηνίες του εφίππου Siegfried
την αρχαία γερμανική ρούνα Φέοχ που
συμβολίζει την ευδιαθεσία και την
επάρκεια αγαθών’ καθόλου τυχαίο το ότι
οι μεταπολεμικές κοινωνίες σημαδεύτηκαν
από τη δυσθυμία και τη στέρηση ακόμη
και των πιο βασικών αναγκαίων αγαθών,
ακόμη και του φαγητού!
Στο
προστερνίδιο του ιδίου γλυπτού ο Bernhard
Graf
Plettenberg
απεικόνισε μία άλλη αρχαία γερμανική
ρούνα, την Ζίγκελ που σημαίνει τον ιερό
ηλιακό τροχό ως ζωοδότρια δύναμη που
νικά το σκοτάδι και τον θάνατο. Οι
ατελείωτοι πολυαίμακτοι πόλεμοι που,
μετά το 1945, θερίζουν τον αντιφασιστικό
κόσμο δικαιώνουν αυτή την αρχαία
γερμανική ρούνα κάτω από την επιφάνεια
του Δουνάβεως.
Στις
ηνίες του Ίππου της Kriemhild,
ο Bernhard
Graf
Plettenberg
απεικόνισε ανεστραμμένη τη ρούνα Έολχ
για να συμβολίσει τον ευάλωτο κοινωνάνθρωπο
που πρέπει να προφυλαχθεί από ψυχοσωματικές
επιθέσεις. Η μεταπολεμική αντιφασιστική
κοινωνία των ειδεχθών ομαδικών εγκλημάτων
ψυχοπαθολογικής αιτιολογίας επαναφέρει
την εναγώνια σκέψη του Bernhard
Graf
Plettenberg
στην επικαιρότητα!
Τέλος,
στο προστερνίδιο του ιδίου Ίππου της
ηρωίδος του έπους των “Nibelungen”:ο
γλύπτης Bernhard
Graf
Plettenberg
απεικόνισε τη ρούνα Νίντ που συμβολίζει
τη σημασία της ανάγκης που περιορίζει
μεν τον Άνθρωπο στη ζωή του αλλά, συνάμα,
του δίνει και την δυνατότητα να υπερβεί
κάθε ανάγκη προκειμένου να ευημερήσει!
Και η «ευημερία» ως άγνωστη λέξη όλων
των, μεταπολεμικώς, κοινωνιών ανάγει
σε προφήτη τον Bernhard
Graf
Plettenberg!
Παρά
τους απάνθρωπους πολιτικούς διωγμούς του
και τις εξοντωτικές φυλακίσεις του από
τους αντιφασίστες «νικητές» οι οποίοι
ενίκησαν «νίκη» κατά του ιδίου του
Πολιτισμού, ο διακεκριμένος Ναζιστής
γλύπτης Bernhard
Graf
Plettenberg,
μετά ταύτα, υπήρξε …περιζήτητος και,
εμμέσως πλην σαφώς, δικαιωμένος από
τους διώκτες του.
Κατά
το τέλος του 1946 απελευθερώνεται από
τους αμερικανούς γκάγκστερς και, αμέσως,
ξανασυναντά την αγαπημένη του σύζυγο
η οποία είχε μετοικήσει στη γενέτειρά
του, το Hovenstadt,
όπου αρχίζουν και πάλι τη ζωή τους.
Αργότερα, μετοικούν στο Βερολίνο και
κατόπιν στη Βεστφαλία. Το 1960 έργα του
εκτίθενται με μεγάλη επιτυχία στην
έκθεση “Paula
Becker
Modersohn”
στη Βρέμη και, κατόπιν, ακόμη μία έκθεση
έργων του στο Münster
τρομάζει με την επιτυχία της τους διώκτες
του με αποτέλεσμα να επιστρατεύσουν
τους γνωστούς τοκογλύφους ώστε να την
αμαυρώσουν με «γαυγίσματα» εναντίον
του. Ο Bernhard
Graf
Plettenberg,
απτόητος από τις υλακές των διεθνών
τοκογλύφων εξακολουθεί να δημιουργεί
με τεράστια επιτυχία μέχρι σημείου οι
δημοτικές αρχές της γενέτειράς του,
αναγνωρίζοντας την καλλιτεχνική
«εμβέλειά» του, να του αναθέσουν επισήμως,
την ανέγερση ενός γλυπτού, του «Τοξότη»,
ύψους δύο μέτρων. Το συγκεκριμένο
μνημειακό έργο τοποθετήθηκε σε ένα
κεντρικό σχολείο προοριζόμενο να εμπνέει
τη νεολαία για την αναζήτηση και τόξευση
υψηλών στόχων. Εκτός αυτών, δημιούργησε
και πολλά άλλα γλυπτά όπως μία «Σταύρωση»
για τον ενοριακό ναό της γενέτειράς του
Hovenstadt
ένα ορειχάλκινο γλυπτό για το Vellinghausen
στο Lippe,
δύο μεγάλα ανάγλυφα για το μνημείο των
θωρακοφόρων του Münster,
προτομές του Μεγάλου Φρειδερίκου και
του Καρδιναλίου Κόμητος του Galen,
‘όπως και μερικά ακόμη γλυπτά για
εκκλησίες και κενοτάφια. Κατέκτησε τον
τίτλο του επιτίμου Μέλους του «Γερμανικού
Πολιτιστικού Έργου του Ευρωπαϊκού
Πνεύματος» και υπήρξε Μέλος και της
«Γερμανικής Λαϊκής Ενώσεως» (“Deutsche
Volksunion”
D.V.U.).
Πέθανε τον Νοέμβριο του 1987, όμως δεν
πέθαναν και τα συντρίμμια των δύο
αγαλμάτων του που οι βάρβαροι θρυμμάτισαν
και πέταξαν στο βυθό του Δουνάβεως.
Δείχνουν ότι μόλις άρχισαν να αναπνέουν
και να εκφράζουν τη μετάνοια του
αντιφασιστικού κόσμου για την
αυτοκαταστροφικότητά του…
O
Nαζισμός
, 90 ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη
εμφάνισή του παραμένει στα πρωτοσέλιδα
αλλά και στα, όποια, προτάγματα των
αγωνιών της Ανθρωπότητος! Τελικώς, το
δικαίωμα της εξακολουθητικής υπάρξεώς
του στο άνυσμα του χρόνου κατατείνει
ότι αυτός υπήρξε κάτι πολύ ανώτερο μιας
πολιτικής θεάσεως, καθιστώντας τον
ισότιμο με Τέχνη, ασχέτως αν αυτό δε το
κατενόησαν κάποιοι ανόητοι οι οποίοι
κούρεψαν γουλί το άχρηστο κεφάλι τους,
ζωγράφισαν στο κορμί τους τατουάζ και
νόμισαν ότι ανεκάλυψαν τη «χρυσοτόκο
όρνιθα»… Άλλωστε, «Τέχνη είναι ό,τι ο
χρόνος επιτρέπει να εξακολουθεί να
υπάρχει…»!
Εμείς
οι Πλατωνικοί εκτιμούμε τους μετανοούντες
υπέρ του Πολιτισμού τον οποίο κατέστρεψαν
κι ευχόμαστε, οικειοθελώς, να ανανήψουν!
Άλλως… τα κύματα του Δουνάβεως θα
αποβούν οι αλάστορες της Ιστορίας!