Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

ΜΙΑ ΠΟΛΥ ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΦΙΛΙΑΣ




     O Klaus Ferdinand Hempfling είναι ένας πολύ ιδιαίτερος εκπαιδευτής Ίππων παγκοσμίου φήμης και συγγραφέας σημαντικών βιβλίων. Η τεχνική του βασίζεται στους κανόνες της Φυσικής Ιππασίας στην επικοινωνία με τον Ίππο μέσω της "γλώσσας" των κινήσεων του σώματος και τα αποτελέσματα αυτής της τεχνικής είναι μοναδικά!






     Ο Κlaus Ferdinand Hempfling, αν και Γερμανός, μεγαλούργησε στην Ισπανία όπου και συνέγραψε, αλλά σήμερα διατηρεί μία μεγάλη Σχολή στη Δανία, σε ένα μαγευτικό μέρος, στο νησάκι Lyø όπου δέχεται μαθητές από όλο τον Κόσμο για να τους διδάξει επικοινωνία με τον Ίππο. Γι αυτή την Σχολή θα μπορούσαν να γραφούν πολλά, αρκεί μία επίσκεψη στον ιστότοπό της http://www.hempfling.com/




Το βιβλίο του "Dancing with Horses" απετέλεσε για την σύγχρονη Φυσική Ιππασία ένα "ευαγγέλιο" και ο γράφων είχε την τύχη να το "συναντήσει" ως αρχάριος, να το μελετήσει και να το υιοθετήσει ως το προσωπικό εκπαιδευτικό του εγχειρίδιο, παρακούοντας συχνά τα όσα αντίθετα και πάντα λαθεμένα του συνιστούσαν οι κατά περιόδους "δάσκαλοι" που συναντούσε! ΄Ετσι, σήμερα ο γράφων είναι απολύτως ωφελημένος από αυτή την "παρακοή" χάρη στον Klaus Ferdinand Hempfling και το βιβλίο του. Τότε, είχα μεταφράσει για προσωπική μου χρήση αλλά και για χρήση φίλων το σπουδαίο αυτό βιβλίο και ακόμη και σήμερα ανατρέχω, συχνά, στις σελίδες του για να απαντήσω σε ερωτήματα που το ανεξάντλητο πεδίο της Ιππικής γεννά.

     Ο Κlaus πάντα μας ενημερώνει για τις δραστηριότητες της Σχολής του και σήμερα έστειλε στο κανάλι μας του "YouTube" πρόσκληση φιλίας την οποία με χαρά αποδεχόμαστε. Στα Μέλη μας αλλά και σε όλους τους φιλίππους επισκέπτες μας συνιστούμε όχι μόνον μία απλή επίσκεψη στο κανάλι του Klaus Ferdinand Hempfling το οποίο είναι το αλλά και μία βαθειά μελέτη των υπέροχων video που έχει αναρτήσει για τον τρόπο της ιππικής του διδασκαλίας.




Κυριακή 17 Απριλίου 2011

ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΝΕΥΡΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΠΠΟΥ

Μέρος Α'


     Ποτέ δεν θα μπορέσουμε να διευθύνουμε σωστά και να απολαύσουμε την οδήγηση ενός οχήματος εάν δεν εννοήσουμε τους διευθυντικούς μηχανισμούς του και τα αισθητήρια μέσα μέσω των οποίων διεγείρονται και λειτουργούν. Το ίδιο συμβαίνει και με την ιππευτική κατά την οποία ουδέποτε θα καταφέρουμε να την ασκήσουμε σωστά εάν δεν εννοήσουμε, προηγουμένως, την νευροφυσιολογία του Ίππου ώστε να την υπηρετήσουμε ορθοτομώντας μιαν αποτελεσματική επικοινωνία μαζύ του.

     Ξεκινώντας την προσέγγισή μας στην νευροφυσιολογία του Ίππου, επιλέξαμε και μεταφράσαμε προς χάρη των Μελών της Ομάδος μας το 10ο κεφάλαιο ενός πολύ σημαντικού βιβλίου το οποίο μελετά το φαινόμενο του ...Κενταύρου, επικαλούμενο το διαχρονικό αυτό, περί ιππευτικής, αλληγόρημα.


    

Η ΝΕΥΡΟΕΠΙΣΤΗΜΗ
ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΙΠΠΑΣΙΑΣ

Με την ακούσια βοήθεια του Dr. James Rooney






________________


Μετάφραση από το βιβλίο :



Πώς η ταχύτητα του Ίππου και η ευφυία του Ανθρώπου
διεμόρφωσαν το ίχνος της Ιστορίας

Bjarke Rink

The Long Riders’ Guild Press
2004
__


     Επιχειρώντας μία βαθύτερη παρατήρηση του Κενταύρου [σ.μ.: ο Συγγραφέας εννοεί  την ίδια την Ιππασία], θα καθοδηγηθούμε από τα συμπεράσματα μιας μελέτης που πραγματοποίησε ένας ξεχωριστός άνθρωπος : o Dr. James Rooney, ένας φημισμένος Kτηνίατρος ο οποίος, κατά την δεκαετία του ’70 διεξήγαγε μία έρευνα σχετική με το νευρικό σύστημα του Ίππου ανακαλύπτοντας την άκρη του μίτου ενός αινίγματος που αναζητούσε απάντηση στο γιατί ο Ίππος υπακούει και ανταποκρίνεται καλύτερα σε λεπτές εντολές απ΄ ό,τι σε βίαιες οι οποίες πάντα είναι καταστροφικές.

     Εμείς, ψάχνοντας το βιολογικό υπόστρωμα της ιππευτικής διαδικασίας, καταλήγουμε ότι, πολύ περισσότερο από το να συμβουλευόμαστε τα υπάρχοντα  εγχειρίδια, είναι απαραίτητο να ερευνούμε συνεχώς την σύγχρονη επιστήμη για νέα στοιχεία τα οποία θα μπορούσαν να επεκτείνουν τα μέχρι τώρα όρια της ανθρώπινης αντιλήψεως για την ψυχολογία και φυσιολογία του Ίππου. Και, προκειμένου να το επιτύχουμε δεν κρίνεται αρκετό, απλώς, να μεταφράζουμε, να μεταγράφουμε και να συμφωνούμε με την ήδη υπάρχουσα σχετική βιβλιογραφία. Αν θέλουμε πράγματι να γεφυρώσουμε το χάσμα που υπάρχει μεταξύ των παρωχημένων παλαιών πρακτικών και των συγχρόνων ιππευτικών αντιλήψεων είναι απαραίτητο να ιππεύουμε, να μελετούμε και να ερευνούμε. Έτσι, ας συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε σ’ αυτό το στενό, δύσβατο και κακοφωτισμένο «μονοπάτι» που μπορεί, εν τέλει, να μας απελευθερώσει από αυταπάτες ή και να μας οδηγήσει στη φώτιση.

     Αλλά, πριν βυθιστούμε μέσα σε βαθύτερα «νερά» προχωρημένης ιππευτικής φιλοσοφίας, ας αναλύσουμε την νευρολογία του Ίππου η οποία καθορίζει την Ιππασία και η οποία περιγράφεται στην θαυμάσια έρευνα του Dr. James Rooney, καθηγητού της Κτηνιατρικής Παθολογίας στο Πανεπιστήμιο της Pennsylvania.

     Αυτή η εξαιρετική μελέτη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Equus” το 1974, υπό τον τίτλο : « Riding Reflex Chains» («Διαδρομές αντανακλαστικών της Ιππασίας») καταλήγοντας σε μία σημαντική αποκάλυψη : ο Ίππος αντιδρά στις εντολές του Ιππέως μέσω μιας διαδρομής φυσικών ανακλαστικών που καλούνται «τυπικές αντιδράσεις εξηρτημένων αντανακλαστικών». Μέσα από μία συστηματική εκπαίδευση ο ΄Ιππος εξοικειώνεται με τις εντολές του Ιππέως ώστε να αντιλαμβάνεται , κατά περίπτωση , τι ζητά ο αναβάτης του και κάτι ακόμη : με την εκπαίδευση ο Ίππος τυποποιεί τις εντολές αυτές τόσο βαθιά μέσα του ώστε να αντιδρά αυτοματικά σε ένα ‘κοντινό’ απροσδιόριστο ερέθισμα σαν να είχε δεχθεί την κανονική εντολή (κάτι σαν το αυτοματικό κλείσιμο των ματιών προ του κινδύνου ή την σιελόρροια κατά την προσέγγιση ή σκέψη φαγητού). Αν διαθέτουμε καλή σχέση επικοινωνίας με τον Ίππο κι επιτυγχάνουμε ευπρόσδεκτες από την φυσιολογία του Ίππου εντολές, τότε ο Ίππος δεν θα συνδράμει απλώς αλλά θα υπακούει.

     Αυτή η ιδιαίτερη πληροφορία η οποία προκύπτει μετά από επιστημονική έρευνα καθίσταται ικανή να εδραιώσει μία νέα σταθερή βάση πλήρους ταυτίσεως των αντιληπτικών μηχανισμών Ίππου και Ιππέως. Και η ταύτιση αυτή οδηγεί σε μία,  φυσιολογικώς, ορθή ίππευση η οποία, πιθανώς εξ ενστίκτου, επιχειρείται από τους νομάδες των κεντρο-ασιατικών στεπών μετά από πολλές χιλιετίες στενής συμβιώσεως με τον Ίππο.

     Τα στοιχεία αυτά συμφωνούν και με τα επαναστατικά αξιώματα του Caprilli  [σ.μ. : Ιταλός Λοχαγός Federico Caprilli 8 Απριλίου 1868 - 6 Δεκεμβρίου 1907] τα οποία, κατ’ ευφημισμόν, απεκλήθησαν «Ιταλικό» ή «εμπρόσθιο κάθισμα». Και λόγω των στοιχείων τα οποία ήδη ανεπτύξαμε, μόνον οι Ιππείς-υπερπηδητές εμποδίων υιοθέτησαν, κάποτε, τα διδάγματα του Caprilli αλλά λόγω της γενικής ελλείψεως επιστημονικής γνώσεως οι περί Ιππικής ιδέες του δεν έγιναν πλήρως κατανοητές στην εποχή του για να εγκαταλειφθούν πλήρως αργότερα.

     Από την έρευνα του Dr. James Rooney προκύπτει καθαρά ότι στην Ιππασία υπάρχουν πολύ περισσότερα από την χρήση των χειρών, των ποδών και του καθίσματος του Ιππέως καθώς και την συνδρομή των «βοηθημάτων» όπως οι εγκεντρίδες και το μαστίγιο, αυτά τα τρομακτικά ανθρωπο-επινοήματα τα οποία, όταν χρησιμοποιούνται ως «μέσα» εξαναγκασμού σε κίνηση ή στάση του Ίππου προξενούν τις αρνητικές εικόνες ιππεύσεως τις οποίες συχνά βλέπουμε. Προκειμένου να επιτύχουμε μία επιτυχή ίππευση, όπως προσφυώς ο Dr. James Rooney επεσήμανε, είναι σημαντικό να εννοήσουμε τον συντονιστικό μηχανισμό του Ίππου ώστε να επωφεληθούμε από αυτόν. Και, αφορμώμενος από αυτό το σημείο, ο Ιππέας θα πρέπει να μάθει να αναπτύσσει μιαν  «αλυσίδα» εντολών η οποία θα πυροδοτήσει την  αντίστοιχη «αλυσίδα» αντανακλαστικών του Ίππου ως μία νευρολογική διαδικασία η οποία εντοπίζεται περισσότερο στην λειτουργία των σημερινών υπολογιστών και, όχι όπως πολλοί νόμιζαν νομίζουν μέχρι σήμερα, στους νόμους της συμβατικής μηχανικής!

     Όπως είδαμε μέχρι τώρα, προκειμένου να επιτύχουμε μία συγκεκριμένη αντίδραση ή μία «αλυσίδα» κινητικών αντιδράσεων, ο Ιππέας θα πρέπει (ακόμη και εάν δε το γνωρίζει) να ερεθίσει τα αυτοματικά ανακλαστικά  τα οποία προγραμματίζονται από το νευρικό σύστημα του ζώου όταν αυτό διάγει φυσικά. Αυτά τα ανακλαστικά θα πρέπει να ομαδοποιούνται σε έναν κώδικα αλληλουχίας ιππεύσεως, κατά το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Ίππου. Αυτό σημαίνει ξεκάθαρα ότι η Ιππασία είναι μία διαδικασία αμφίδρομης διδασκαλίας κι εκπαιδεύσεως κατά την οποία, ο μεν Ιππέας εκπαιδεύεται να προκαλεί τις αλυσιδωτές αποκρίσεις των ανακλαστικών του Ίππου και ο Ίππος εκπαιδεύεται να αντιλαμβάνεται και να αποκρίνεται στον κώδικα εντολών του Ιππέως.

     Αλλά, ας συνεχίσουμε να πατάμε στα «χνάρια» τα οποία άφησε πίσω του ο Dr. James Rooney. « Ο ερεθισμός των φυσικών αντανακλαστικών του Ίππου σχετίζεται με δύο σημεία της σπονδυλικής στήλης τα οποία, αντιστοίχως, συντονίζουν την κίνηση των εμπροσθίων σκελών του (cervical dilation - διεύρυνση μεσοσπονδυλίων διαστημάτων αυχένος) και των οπισθίων σκελών του (lumbar dilation - διεύρυνση μεσοσπονδυλίων διαστημάτων οσφύος). Αυτά τα δύο σημεία αποτελούν διευρύνσεις του κεντρικού νευρικού συστήματος το οποίο ξεκινά από τον εγκέφαλο, διατρέχει ολόκληρη την σπονδυλική στήλη και καταλήγει στον κόκκυγα και στην ουρά. Όταν σημειώνεται ερεθισμός κάποιου αισθητηρίου νεύρου, προκαλούνται εκείνα τα αλυσιδωτά αντανακλαστικά τα οποία καθορίζουν την κινητική κατάσταση του Ίππου κάνοντάς τον να βαδίσει, να τροχάσει, να καλπάσει ή και να μεταβάλλει την διεύθυνση και ή την ταχύτητά του» μας εξηγεί ο Dr. James Rooney. Αλλά, πώς αυτό συνδέεται με τις εντολές που πρέπει να δώσει ο Ιππέας προκειμένου να καταφέρει τις σωστές αποκρίσεις, αντανακλαστικές αντιδράσεις, του Ίππου του;

     Οι άνθρωποι διαθέτουμε έναν παρόμοιο αντανακλαστικό μηχανισμό –προγραμματικό μηχανισμό- που μας επιτρέπει να βαδίζουμε ενώ συγχρόνως μιλάμε, ή, να οδηγούμε ένα αυτοκίνητο ενώ συγχρόνως αναλύουμε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα που είδαμε χθες με έναν φίλο ενώ, χρησιμοποιούμε το αριστερό χέρι για να διευθύνουμε το τιμόνι του αυτοκινήτου μας όταν με το δεξί αλλάζουμε ταχύτητες, αποσυμπλέκοντας με το αριστερό πόδι κι επιταχύνοντας με το δεξί, χωρίς να σταματούμε να ελέγχουμε με τα μάτια την κυκλοφορία και τους σηματοδότες, κοιτάζοντας τους καθρέφτες μας, πάντοτε χωρίς να χάνουμε ούτε μία λέξη στη κουβέντα που εξακολουθούμε, παρά ταύτα, να συνεχίζουμε! Αυτές οι αλυσιδωτές και αλληλένδετες ενέργειες γίνονται μηχανικά, χωρίς να τις σκεφτόμαστε μία προς μία αλλά ως μία ενιαία ενότητα, ενώ διανοητικώς είμαστε επικεντρωμένοι στον ποδοσφαιρικό αγώνα και, αντιθέτως, εάν επιχειρήσουμε να τις ξεχωρίσουμε θα καταλήξουμε σε εμπλοκή. Μπορούμε, λοιπόν, να ονομάσουμε όλη αυτή την αλληλουχία χειρισμών μας ως «εξηρτημένα αντανακλαστικά αυτοκινητιστικής οδηγήσεως» τα οποία επιτυγχάνονται μετά από μία χρονοβόρο διαδικασία πρακτικής εξασκήσεως.

     Ας πάρουμε, τώρα, μια βαθειά ανάσα και ας εξετάσουμε ένα πρακτικό παράδειγμα διαδρομής ιππικών αντανακλαστικών, όταν, με μία ελαφρά πίεση δίνουμε εντολή στον Ίππο να ξεκινήσει να βαδίζει. Οι νευρικές απολήξεις υποδοχέων του Ίππου οι οποίες βρίσκονται τοποθετημένες κατά μήκος του θώρακος και που θα μεταδώσουν ένα ηλεκτρικό μήνυμα στην αυχενική διεύρυνση, αντιλαμβάνονται την εντολή των ποδών του Ιππέως. Εκ τούτου, ένα νευρικό ερέθισμα εκπέμπεται προς τον καμπτήρα μυ των ποδών απελευθερώνοντας μία χημική ουσία (ακετυλοχολίνη) η οποία προκαλεί την συστολή του μυός με αποτέλεσμα την προς τα εμπρός κίνηση. Τα νεύρα που εμπλέκονται στην κίνηση ονομάζονται κινητικά. Προκειμένου να επιτευχθεί σταθερός βηματισμός προς τα εμπρός θα πρέπει να διατηρείται μία εναλλακτική διαδραστικότητα του μεν καμπτήρος μυός ωθούντος προς τα εμπρός το σκέλος του δε εκτείνοντος μυός έλκοντος προς τα οπίσω το σκέλος. Η αλληλουχία των μυϊκών αντιδράσεων η οποία συντονίζει τον βηματισμό ονομάζεται «αντανακλαστική δράση» (“reflex action”). Και …προσοχή : ΜΗ σκεφθείτε να προσπεράσετε αυτή την σελίδα διότι αυτό το μέρος της νευροφυσιολογίας της Ιππασίας έχει ισότιμη αξία για την Ιππική όπως έχει το «Περί Ουρανού» σύγγραμμα του Αριστοτέλους για την Φυσική. Γι αυτό, συνεχίστε να μελετάτε τα όσα ακολουθούν!





     Ασφαλώς, θα επισημάνατε ήδη ότι οι νευρικές απολήξεις υποδοχέων του Ίππου αντιλαμβάνονται την εντολή των ποδών του Ιππέως εκπέμποντας την πληροφορία στην οσφυϊκή διεύρυνση η οποία μετατρέπει την εντολή σε μία αντανακλαστική απαντητική κίνηση – απαρχή της κινητικής διαδικασίας. Όπως εξηγεί ο Dr. James Rooney, αυτό σημαίνει ότι η κάμψη κι έκταση –πρόσω και οπίσω κίνηση- που κανονίζουν την βάδιση, τον τροχασμό και τον καλπασμό μπορεί να ελέγχονται αποκλειστικώς από την αυχενική διεύρυνση και την οσφυϊκή διεύρυνση χωρίς την άμεση εμπλοκή σ’ αυτή την διαδικασία του εγκεφάλου του Ίππου. Αυτό σημαίνει αυτοματική δράση. Αλλά γεννάται το εύλογο ερώτημα, πώς ο εγκέφαλος του Ίππου παρεμβαίνει στον αυτοματικό συντονισμό της κινητικής καταστάσεώς του;    

     Ο Dr. James Rooney συνεχίζει: « Σε ένα εγκεφαλικό πεδίο, κάτω από την παρεγκεφαλίδα, υπάρχει μία ομάδα νεύρων υπεύθυνων για τον συντονισμό και την ρύθμιση της κινητικής καταστάσεως του Ίππου. Η ομάδα αυτή καθορίζει τους βηματισμούς (βάδην, τροχασμό και καλπασμό) καθώς και την διαδοχή κινητικής διατάξεως των σκελών.»  Επί παραδείγματι, αν ένας Ίππος παραμένει σε κατάσταση χαλαρής βοσκής και για κάποιον λόγο αποφασίσει να κινηθεί προς μια άλλη κατεύθυνση για να πιει νερό, κατά την επιλογή του δρομολογίου και των μεταβολών μέχρι του σημείου ποτίσματος,  ο εγκέφαλος θα αποφασίζει έχοντας την δική του συμμετοχή αλλά η συνέχεια της διαδικασίας θα επιτυγχάνεται αυτόματα από την αυχενική διεύρυνση και την οσφυϊκή διεύρυνση.

     Κατά την άποψή μου, o Dr. James Rooney ο οποίος είναι ένας Κτηνίατρος δεν υπεισέρχεται βαθύτερα στην σχέση μεταξύ ανθρώπινης και ιππείας κινητικότητος, η οποία συνιστά και την νευροφυσιολογία της Ιππασίας, διότι η κατά φύση διαδραστικότητα μεταξύ Ιππέως και Ίππου δεν εμπίπτει, προφανώς, στην περιοχή μιας διακεκριμένης κτηνιατρικής ερεύνης, ούτε το συγκεκριμένο τμήμα μπορεί να αποτελέσει μέρος της ανθρώπινης νευροφυσιολογίας. Επί του παρόντος, η νευροφυσιολογία της ιππευτικής φαίνεται να αποτελεί «πεδίο του ουδενός» στην παγκόσμια επιστημονική Κοινότητα. Βεβαίως οι Ιππιατροί διεξάγουν έρευνες σχετικές με τους Ίππους ενώ οι Ιατροί με τους Ανθρώπους αλλά, μέχρι στιγμής, κανείς δεν φαίνεται να απασχολείται με την σχέση των δύο διαφορετικών νευροφυσιολογιών κατά την ιππευτική κάτι που αποτελεί την «ιππευτική νευροφυσιολογία».

     Σε αυτό το βιβλίο μετέφερα εκείνα τα σημεία των παρατηρήσεων του Dr. James Rooney τα οποία θεώρησα ως πλέον ενδιαφέροντα υπό το πρίσμα των αντανακλαστικών που παράγονται κατά την διαδραστική σχέση συνεργασίας Ανθρώπου και Ίππου. Εναπόκειται, πλέον, στην παγκόσμια ιππική Κοινότητα να επιχειρήσει να αναλύσει το φαινόμενο της Ιππασίας το οποίο απετέλεσε κυρίαρχο κατά την διαμόρφωση της ανθρώπινης Ιστορίας και, ασφαλώς, θα εξακολουθήσει να παίζει σημαντικό ρόλο στο μέλλον.








Ευχαριστούμε ιδιαιτέρως τον Καθηγητή κ. Θεόδωρο Αντίκα, επίτιμο Μέλος της "ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΦΙΠΠΟΤΟΞΟΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ" για την πολύτιμη συμβολή του στην ακριβή απόδοση των επιστημονικών όρων του κειμένου και ειδικώς για την άμεση ανταπόκρισή του καθ' ην στιγμήν ήταν έτοιμος να αναχωρήσει για την Γαλλία όπου είναι προσκεκλημένος από την "Γαλλική Ομοσπονδία Ιππασίας" ως επίσημος Ιππιατρός της μεγάλης διοργανώσεως "Grand Prix" Ιππικού Τριάθλου. Εν αντιθέσει προς την "Ελληνική (;) Ομοσπονδία (;) Ιππασίας(;)" η οποία αγνοεί οιονδήποτε και ο,τιδήποτε σχετικό προς την Ιππική, η διεθνής ιππική Κοινότητα τιμά τον Έλληνα Καθηγητή κ. Θεόδωρο Αντίκα ο οποίος, με την  σειρά του, τιμά και την παγκόσμια Ιππασία και την Πατρίδα μας.


Η  ΟΠΛΟΜΑΧΗΤΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ




Eισαγωγή




     Βασική προϋπόθεση κατανοήσεως κι εκμαθήσεως ενός αντικειμένου αποτελεί η , κατ’ αρχήν, εκμάθηση, κατανόηση και αφομοίωση της ακριβούς ορολογίας η οποία το αφορά.

     Δυστυχώς και στην Ελληνική γλώσσα, η αμιγής ορολογία της Οπλομαχητικής δεν αποτελεί ένα ενιαίο μόρφωμα αλλά συνιστά «άρθρωση» δανείων.

     Αν και η Ελλάδα λόγω του καθεστώτος της Οθωμανικής κατοχής δεν θα ήταν δυνατόν να έχει συμμετοχή στη διαμόρφωση εθνικής «Σχολής», εν τούτοις, πολύ αξιόλογοι Οπλοδιδάσκαλοι και Οπλομάχοι του 19ου αιώνος, στρατιωτικοί κυρίως, βοήθησαν ώστε , τουλάχιστον, να διαμορφωθεί μία εμπεριστατωμένη και ακριβής ορολογία σ’ αυτή την υψηλή τέχνη.

     Τα «δάνεια αυτά προέρχονται από την Ελληνική στρατιωτική ορολογία, με πολλές αναπόφευκτες προσμίξεις των διαφόρων ξένων «Σχολών» που επέδρασαν στη διαμόρφωση της Ελληνικής Οπλομαχητικής. Και το θεμέλιο της Ελληνικής Οπλομαχητικής δεν ήταν δυνατόν παρά να τεθεί από τον πρώτο Οπλοδιδάσκαλο,  Βαυαρό, Φίλιππο Μύλλερ, τον οποίο έφερε μαζύ του ο Μεγάλος Βασιλέας Όθων Α’ προκειμένου να διδαχθούν την Οπλομαχητική οι πρώτοι Αξιωματικοί του νεοσύστατου, τότε, Ελληνικού Στρατού.

     Ο Οπλοδιδάσκαλος Φίλιππος Μύλλερ  υπήρξε και ο πρώτος συγγραφέας εγχειριδίου Οπλομαχητικής στην Ελληνική γλώσσα ( 1847 ).


     Ο δεύτερος μεγάλος «σταθμός» της ελληνικής Οπλομαχητικής υπήρξε ο στρατιωτικός Οπλοδιδάσκαλος Νικόλαος Πύργος (πατέρας του μετέπειτα -1896- Ολυμπιονίκου Λεωνίδου Πύργου)  οποίος εξέδωσε τον Φεβρουάριο του 1872 την «ΟΠΛΟΜΑΧΗΤΙΚΗ» του, βασιζόμενος σε Γαλλικά συγγράμματα Οπλομαχητικής.




     Η διεθνής ορολογία της Οπλομαχητικής έχει διαγράψει μία «πορεία» ανάλογη με τις ευρωπαϊκές εθνικές «Σχολές» που κυριάρχησαν μετά την Αναγέννηση. Τη «χαρτογράφηση» αυτής της «πορείας» μας τη δίνει με μεγάλη ιστορική ακρίβεια η εισαγωγή του βιβλίου ενός σύγχρονου Οπλοδιδασκάλου του William M. Gaugler με τίτλο FENCING TERMINOLOGY (Έκδοση Laureate Press , 1997) η οποία παρατίθεται εν συνεχεία. Ο William M. Gaugler, γερμανικής καταγωγής αν και διακεκριμένος αρχαιολόγος ανεδείχθη και σε δεινό σπαθιστή αποδεικνύοντας ότι ο πράγματι ισορροπημένος Άνθρωπος μπορεί να συνδυάζει άριστα την θεωρητική του πλευρά με την πρακτική!


Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ

ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΟΠΛΟΜΑΧΗΤΙΚΗΣ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ



     Η ορολογία της Οπλομαχητικής μεταβάλλεται από αιώνα σε αιώνα και από «Σχολή» σε «Σχολή», συχνά δε, ακόμη και μέσα στην ίδια την κάθε «Σχολή». Ως παράδειγμα, τόσο οι Ιταλοί όσο και οι Γάλλοι δάσκαλοι της Οπλομαχητικής χρησιμοποιούν έναν όρο ο οποίος προέρχεται από την κοινή «πηγή» της λατινικής γλώσσας «ligare» (ζευγνύω, συνδέω, ενώνω) που, στη μεν Ιταλική εξελίσσεται σε «legare» στη δε Γαλλική σε «lier». Αυτός ο βασικός οπλομαχητικός όρος κατά την σύγχρονη ερμηνεία του παρουσιάζει, σήμερα, μία σοβαρή ερμηνευτική δυσκολία στις δύο αυτές γλώσσες. Οι μεν Ιταλοί χρησιμοποιούν τον όρο αυτό για να προσδιορίσουν μία εμπλοκή ελασμάτων (legamento) ενώ οι Γάλλοι για να σημάνουν ένα «δέσιμο» (liement). Οι Γερμανοί μεταφράζουν τον ιταλικό όρο της «εμπλοκής» ως «Bindung» (bind) ενώ οι Άγγλοι χρησιμοποιούν τον όρο αυτό με την ίδια σημασία που του αποδίδουν οι Γάλλοι. Το ζήτημα περιπλέκεται ακόμη περισσότερο λαμβάνοντας υπ όψη την σημασιολογική διαφορά μεταξύ του Ιταλο-Γερμανικού και Γαλλο-Αγγλικού προσδιορισμού του όρου «εμπλοκή». Για τους Ιταλούς και τους Γερμανούς ο όρος «εμπλοκή» σημαίνει τον κυριαρχικό έλεγχο επί του ελάσματος του αντιπάλου και, συγκεκριμένα, έλεγχο με το ισχυρό ή μεσαίο τμήμα του ελάσματός μας επί του ασθενούς τμήματος του αντιπάλου, ενώ, για τους Γάλλους και Άγγλους ο όρος «εμπλοκή» σημαίνει, απλώς, την επαφή των ελασμάτων.

     Ομοίως, διαφοροποιήσεις προκύπτουν και μέσα στην ίδια και την αυτή «Σχολή» με την πάροδο του χρόνου. Επί παραδείγματι, οι Ιταλοί Δάσκαλοι της Οπλομαχητικής κατά τον 17ο αιώνα, όπως και οι αντίστοιχοι Γάλλοι ομόλογοί τους, αναφέρονται συχνά σε έναν κυκλικό χειρισμό της λάμας που εκτελείται κατά τον χρόνο της απεμπλοκής από την αντίπαλη λάμα (contracavatione) ενώ οι σύγχρονοι διάδοχοί τους ορίζουν με τον όρο controcavazione μία προσποίηση που ακολουθείται από έναν εξαπατούντα κυκλικό χειρισμό της λάμας . Οι Γάλλοι Δάσκαλοι, αφ’  ετέρου, δυσκολεύονται να συμφωνήσουν μεταξύ τους, από τις αρχές του 19ου αιώνος, επί των όρων «redoublement» και «reprise».

     Όπως είναι γνωστό, oι πρώτες διασωζόμενες οπλομαχητικές μελέτες χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα και έχουν συγγραφεί από Δασκάλους όπως ο Achille Marozzo (1536), o Jeronimo De Carranza (1569), o Joachim Meyer (1570) και ο Henry De Sainct-Dadier(1573). Αυτοί οι Δάσκαλοι καθώρισαν το θεωρητικό πλαίσιο των τεσσάρων ευρωπαϊκών βασικών «Σχολών» του 16ου αιώνος : της Ιταλικής, της Ισπανικής, της Γερμανικής και της Γαλλικής «Σχολής».

     Με την διάδοση του πολιτισμού της Ιταλικής Αναγεννήσεως κατά τον 16ο και 17ον αιώνα, κάθε τι ιταλικό, συμπεριλαμβανομένης και της Οπλομαχητικής, έγινε ιδιαιτέρως δημοφιλές. Ως παράδειγμα θα μπορούσε να αναφερθεί η Γαλλική Βασιλική Οικογένεια η οποία προσέλαβε Ιταλούς Δασκάλους της Οπλομαχητικής όπως τους Pompee και Silvie, ενώ Γάλλοι και Γερμανοί Οπλοδιδάσκαλοι ταξίδευαν συχνά στην Ιταλία για να διδαχθούν από τους φημισμένους Ιταλούς Δασκάλους εκείνης της εποχής. Ως αποτέλεσμα υπήρξε η εισαγωγή της Ιταλικής οπλομαχητικής ορολογίας στο Γαλλικό και Γερμανικό λεξιλόγιο. Στην Γαλλία, προσαρμόσθηκε σύντομα η Ιταλική  οπλομαχητική θεωρία και αφομοιώθηκαν οι Ιταλικοί οπλομαχητικοί όροι μετατρεπόμενοι σε Γαλλικούς, ώστε, στο τέλος του 17ου αιώνος αναπτύχθηκε μία αμιγής Γαλλική «Σχολή» Οπλομαχίας, ενώ στην Γερμανία διατηρήθηκαν μέχρι και τον 21ο αιώνα πολλοί Ιταλικοί όροι όπως «filo» και «battuta». Ωστόσο, η Ισπανική «Σχολή» Οπλομαχίας έπαυσε να υφίσταται ως αυτοτελής, ήδη, από την αρχή του 19ου αιώνος. Ο Μanuel Antonio De Brea (1805), επί παραδείγματι, στον τίτλο της μελέτης του περί του χειρισμού του ξίφους, επισημαίνει ότι ο ίδιος ακολουθεί ένα αμάλγαμα Γαλλικού, Ιταλικού και Ισπανικού οπλομαχητικού δόγματος, ενώ, ο Julio Castelló (1933) δηλώνει στους μαθητές του ότι διδάσκει Γαλλικό ξίφος και Ιταλική σπάθη.

     Κατά τον 16ο αιώνα οι Άγγλοι, όπως και οι Γάλλοι, εντυπωσιάσθηκαν από την Ιταλική Οπλομαχητική. Ιταλοί Δάσκαλοι άρχισαν να ιδρύουν Σχολές στην Αγγλία και η Ιταλική οπλομαχητική θεωρία έγινε δημοφιλής με τις σπουδές που δημοσίευσαν οι Giacomo di Grassi (1594) και Vincentio Saviolo (1595). Λόγω των επιδράσεών τους, Ιταλικοί οπλομαχητικοί όροι όπως «imbroccata», «mandritta», «riverso» και «stoccata» εισεχώρησαν στο Αγγλικό οπλομαχητικό λεξιλόγιο. Κατά τον επακολουθήσαντα αιώνα, η εγγύς γειτονία Αγγλίας-Γαλλίας επέτρεψε στη Γαλλία να εισχωρήσει στα οπλομαχητικά «πράγματα» της Αγγλίας αυξάνοντας το ενδιαφέρον των Άγγλων για τις Γαλλικές οπλομαχητικές μεθόδους. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στα οπλομαχητικά εγχειρίδια του William Hope που εμφανίστηκαν μεταξύ του 1687 και 1729. Ωστόσο, παρά το ότι ακόμη και ως τα μέσα του 18ου αιώνος το Γαλλικό σύστημα είχα για τα καλά εδραιωθεί στην Αγγλία, στην ίδια χώρα η Ιταλική οπλομαχητική θεωρία εξακολουθούσε να ασκεί μία επίδραση. Αυτό ωφείλετο κατά πολύ στον Domenico Angelo Malevolti Tremamondo ο οποίος έφθασε στην Αγγλία το 1750 και ίδρυσε μία Ακαδημία Οπλομαχίας που μακροημέρευσε ως το τέλος του 19ου αιώνος. Ο Domenico αν και αρχικώς εκπαιδεύθηκε σε Ιταλική Σχολή, ωλοκλήρωσε την εκπαίδευσή του με τον Γάλλο Δάσκαλο Teillagory και κατόπιν συνέγραψε μία μελέτη (1763) συνδυάζοντας τις διδασκαλίες του Γαλλικού και Ιταλικού συστήματος. Η έκδοση αυτής της μελέτης αντιμετώπισε τέτοιο ενδιαφέρον τόσο στην Γαλλία όσο και στην Αγγλία, ώστε ο διάσημος για την εποχή εκδότης Denis Diderot συμπεριέλαβε στην πασίγνωστη «Encyclopedie» του πίνακες από το εγχειρίδιο του Domenico.

     Κατά την αρχή του 19ου αιώνος, τα δύο επικρατέστερα εθνικά συστήματα Οπλομαχητικής ήσαν το Ιταλικό και το Γαλλικό. Η ακριβής περιγραφή του πλαισίου της κάθε «Σχολής» επιχειρείται από τους Ιταλούς Rosaroll Scorza και Pietro Grisetti (1803) καθώς και από τον Γάλλο La Boёssière (1818). H προσεκτική μελέτη των συγγραμμάτων τους, αποκαλύπτει ότι οι οπλομαχητικοί ορισμοί και οι περιγραφές των χειρισμών κατά την διάρκεια ενός μαθήματος της εποχής εκείνης, γενικώς, βρίσκονται πολύ κοντά στα αντίστοιχα των ημερών μας. Εκτός των φυλάξεων της «sixte» (έκτης) και «septime» (εβδόμης) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ισχύει το σύγχρονο Γαλλικό σύστημα αριθμήσεως. Ο La Boёssière συνιστά ακόμη μία στάση φυλάξεως με εκτεταμένο τον βραχίονα της ξιφοφόρου χειρός κατάλληλη για μονομαχητική και αποκαλεί τις φυλάξεις της «sixte» και «septime», αντιστοίχως, ως «quarte sur les armes» και «demi-cercle» ενώ για την τελευταία δηλώνει ότι πρόκειται για φύλαξη έναντι μιας «quarte basse». Είναι προφανές ότι πρόκειται περί καταλοίπων των παλαιοτέρων Ιταλικών στάσεων φυλάξεως, της φυλάξεως εξωτερικής υψηλής γραμμής με την χείρα στη θέση τετάρτης (posizione di pugno di quarta), την φύλαξη ημικυκλίου (mezzocerchio) και τον ξιφισμό κατά την κάτω τετάρτης (quarta bassa).

      H σύγχρονη Ιταλική οπλομαχητική θεωρία διεμόρφωσε τη σημερινή «μορφή» της προς το τέλος του 19ου αιώνος, όταν η «Σχολή Στρατιωτικών Οπλοδιδασκάλων» της Ρώμης  υιοθέτησε ως επίσημο εγχειρίδιο διδασκαλίας το σύγγραμμα του Masaniello Parise περί ξίφους και σπάθης (1884). Ο Parise, ως πρώτος διευθυντής αυτής της Σχολής, εκπαίδευσε την πλειονότητα των Οπλοδιδασκάλων που κυριάρχησαν στην Ιταλία, κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνος. Μετά τον θάνατό του (1910) τον Parise διεδέχθησαν οι βοηθοί του Salvatore Pecoraro και Carlo Pessina. Και οι δύο είχαν εκπαιδευθεί στη «Σχολή Σπαθασκίας Radaelli» και τώρα συνεργάζονται για την συγγραφή ενός νέου εγχειριδίου Σπαθασκίας (1910). Το νέο αυτό κείμενο σε συνδυασμό με το έργο του Parise διεμόρφωσαν τη θεωρητική βάση οπλομαχητικής διδασκαλίας στην Ιταλία μέχρι το 1970. Τότε, αποφασίσθηκε η εισαγωγή νέων εκπαιδευτικών εγχειριδίων που θα περιείχαν όλες τις νεώτερες τεχνικές μεταβολές που είχαν σημειωθεί μετά το 1910. Ο Giorgio Pessina και ο Ugo Pignotti υπήρξαν τα πρόσωπα στα οποία ανετέθη η συγγραφή των αναθεωρημένων εγχειριδίων, ένα για το ξίφος (1970) κι ένα για την σπάθη (1972). Ένας συνοδευτικός τόμος για το ξίφος μονομαχίας  (1971) ξεκίνησε να συγγράφεται από τον Giuseppe Mangiarotti και ωλοκληρώθηκε από τον Edoardo Mangiarotti.

     Oι Jean-Louis Michel και Bertrand είναι εκείνοι που θεωρούνται, γενικώς, ως οι θεμελιωτές της σύγχρονης εθνικής Γαλλικής «Σχολής». Δυστυχώς, κανείς από τους δύο μεγάλους Οπλοδιδασκάλους δεν συνέγραψε κάποια σπουδή αλλά ο Arsène Vigeant (1883) διασώζει παραδείγματα από τα μαθήματα του Jean-Louis Michel και τόσο ο Camille Prévost (1886) όσο και ο Georges Robert (1900) κατάφεραν να διασώσουν την μέθοδο του Bertrand. To 1908 o νέος «Στρατιωτικός Κανονισμός» Oπλομαχητικής έδωσε την τελική μορφή στην εθνική Γαλλική «Σχολή» Οπλομαχητικής του 20ού αιώνος. Όπως και με το έργο του Parise στην Ιταλία έτσι και ο «Στρατιωτικός Κανονισμός» απετέλεσε ένα θεμελιώδες εγχειρίδιο ώστε επάνω του να στηριχθούν μεγάλοι Οπλοδιδάσκαλοι όπως ο Pierre Thirioux (1970), o Raoul Cléry (1973) και ο Daniel Revenu (1992).

     Η Οπλομαχητική στις Η.Π.Α., όπως και στην Αγγλία, επηρεάστηκε κυρίως από την Γαλλική «Σχολή» κατά την διάρκεια του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνος. Οπλοδιδάσκαλοι όπως ο Louis Rondelle kai o François Darrieulat δίδαξαν αρκετές γενιές Αμερικανών την τεχνική του Γαλλικού ξίφους. Ο Rondelle (1892) άφησε πίσω του μια σημαντική εκπαιδευτική «ιστορία» τόσο στο ξίφος όσο και στη σπάθη ενώ, η περί ξίφους διδασκαλία του διασώθηκε από τους μαθητές του Scott Breckinridge Senior και Junior (1941) σε ένα τομίδιο. Οπλοδιδάσκαλοι από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες ακολούθησαν για να μεταφέρουν στις Η.Π.Α. οπλομαχητικά συστήματα και διδασκαλίες από την Ισπανική, την Ιταλική, την Βελγική, την Ουγγρική, την Πολωνική και την Ρωσική «Σχολή». Μεταξύ των συγγραμμάτων που διεμόρφωσαν την Αμερικανική οπλομαχητική μεθοδολογία του 20ού αιώνος βρίσκονται, ασφαλώς, αυτά των Julio Castelló (1933), Aldo Nadi (1943) και Clovis Deladrier (1948).

     Η σπάθη καίτοι εξασκήθηκε σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, συνήθως, από στρατιωτικούς, η σύγχρονη σπαθασκητική τεχνική βασίστηκε στη χρήση ενός ελαφρύτερου όπλου που επινοήθηκε από τον Ιταλό Giuseppe Radaelli περί τα μέσα του 19ου αιώνος. Το ξίφος υπήρξε η βάση επάνω στην οποία αναπτύχθηκε η σπαθασκητική θεωρία του Radaelli. Οι διάδοχοι του Radaelli, Luigi Barbasetti και Carlo Pessina, μετέφεραν τις αρχές της σπαθασκητικής του Radaelli στην «Σχολή Στρατιωτικών Οπλοδιδασκάλων» της Ρώμης  στην οποία δίδαξαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνος.

     Το 1894 ο Barbasetti εγκαινίασε μία Αίθουσα Όπλων στην Βιέννη και τον επόμενο χρόνο του ζητήθηκε να αναδιοργανώσει την Αυστρο-Ουγγρική τακτική Στρατιωτική Σχολή Οπλομαχητικής στο Wiener-Neustadt, εκεί όπου δίδαξε κατόπιν πολλούς Αυστριακούς και Ούγγρους μέλλοντες Οπλοδιδασκάλους της σπάθης. Κατόπιν, το 1896, ο Italo Santelli, ένας μαθητής του Carlo Pessina και απόφοιτος της Ιταλικής «Σχολής Στρατιωτικών Οπλοδιδασκάλων» της Ρώμης προσεκλήθη από την Κυβέρνηση της Ουγγαρίας να διδάξει Οπλομαχητική στη Βουδαπέστη. Λόγω του ότι ήδη προϋπήρχε μια μεγάλη σπαθασκητική παράδοση στην Ουγγαρία, ο Santelli συνεισέφερε με την εισαγωγή της διδασκαλίας του Radaelli έτσι ώστε να διαμορφωθεί μία κοινή Ιταλο-Ουγγρική σπαθασκητική μέθοδος. Κατόπιν, οι Ούγγροι εταίροι τροποποίησαν τη μέθοδο αυτή διατηρώντας την Ιταλική οπλομαχητική θεωρία αλλά απορρίπτοντας τις Ιταλικές ασκήσεις με κυκλικές καταφορές από τον αγκώνα, αντικαθιστώντας τις με βραχείες καταφορές που εκτελούνται από τον καρπό. Ο κύριος διαμορφωτής της σύγχρονης Ουγγρικής σπαθασκητικής, όπως αναγνωρίζεται γενικώς, είναι ο László Borsody Αρχι-Οπλοδιδάσκαλος στο «Ουγγρικό Βασιλικό Αθλητικό Ίδρυμα Toldi Miklos».

     Οι επιτυχίες των Ούγγρων Σπαθιστών πριν και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ενέπνευσαν τους Βουλγάρους, Πολωνούς, Ρουμάνους και Ρώσους να υιοθετήσουν την Ουγγρική σπαθασκητική μέθοδο. Τελικώς, κάθε εθνική Ομάδα τροποποίησε την Ουγγρική παιδαγωγική προσέγγιση στη Σπαθασκία διαμορφώνοντας την κατά χώρα εθνική «Σχολή». Κοινά χαρακτηριστικά όλων αυτών των εθνικών «Σχολών» ήσαν η έμφαση στη φυσική ενδυνάμωση με ιδιαίτερη προσοχή στα κάτω άκρα και η αναδιαμόρφωση των σπαθισμών ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες των συγχρόνων αγώνων σπάθης.

      Επίσης, εδώ θα έπρεπε να σημειώσουμε ότι η Ουγγρική τεχνική ξίφους, καίτοι αρχικώς βασίσθηκε στο Ιταλικό σύστημα, τροποποιήθηκε προκειμένου να συμπεριλάβει και Γαλλικά στοιχεία, όπως, λόγου χάρη οκτώ αντί τεσσάρων φυλάξεων. Οι τροποποιήσεις αυτές προέκυψαν όταν ο Γάλλος André  Gardère εγκαταστάθηκε στην Ουγγαρία στη δεκαετία του 1930.

     Το τελευταίο όπλο που ενσωματώθηκε στη σύγχρονη Οπλομαχητική είναι το ξίφος μονομαχίας ανδρών. To όπλο αυτό υιοθετήθηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνος, κατόπιν εισηγήσεων των Γαλλικών Ακαδημιών Οπλομαχητικής, παρά τις σοβαρές αντιρρήσεις των συντηρητικών Οπλοδιδασκάλων που το θεωρούσαν ως εκφυλισμό του ξίφους . Η τεχνική του ξίφος μονομαχίας ανδρών  κατ’ εκείνη την εποχή της διαμορφώσεώς της, περιγράφεται από τους Γάλλους Οπλοδιδασκάλους Jules Jacob (1887) και Anthime Spinnewyn και Paul Manoury (1898) και από τους Ιταλούς Οπλοδιδασκάλους Aurelio Greco (1907) και Agesilao Greco (1912). Τόσο οι Γάλλοι όσο και οι Ιταλοί εκείνοι, βάσισαν τη μέθοδο του ξίφος μονομαχίας ανδρών  στις γενικότερες αρχές του ξίφους. Η απουσία ορθής διαδρομής και εκτεταμένης επιφάνειας στόχου διαφοροποιούν το ξίφος μονομαχίας ανδρών από το ξίφος ασκήσεως. Όπως και στο ξίφος ασκήσεως, δύο ήσαν οι κυρίαρχες εθνικές «Σχολές», η Γαλλική και η Ιταλική. Η Ουγγρική τεχνική του ξίφος μονομαχίας ανδρών προέκυψε από το αντίστοιχο Ιταλικό σύστημα μέσω του Eduardo Alajmo ο οποίος δίδαξε στο «Ουγγρικό Βασιλικό Αθλητικό Ίδρυμα Toldi Miklos» τη δεκαετία του 1930. Η μέθοδος του Alajmo περιγράφεται σε ένα εγχειρίδιο του Μichele Alajmo αδελφού του Eduardo (1936) και την ξαναβρίσκουμε σε μία έκδοση του μαθητού του Eduardo, του Oύγγρου  Ιmre Vas (1976).

     Από την αρχή του 20ού αιώνος έως το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στη Γερμανική Οπλομαχητική  κυριαρχούσαν Ιταλοί Οπλοδιδάσκαλοι από  τη   «Σχολή Στρατιωτικών Οπλοδιδασκάλων» της Ρώμης όπως ο Ettore Schiavoni που δίδαξε στο Βερολίνο και οι Arturo Gazzera και Francesco Tagliabò που δίδαξαν στη Φραγκφούρτη. Κατά την μεταπολεμική περίοδο οι Γερμανοί Οπλοδιδάσκαλοι ανέπτυξαν μία εθνική Γερμανική «Σχολή» η οποία παρακολουθεί γενικώς την αντίστοιχη Ιταλική, έχοντας όμως προσθέσει κάποια Γαλλικά στοιχεία. Επί παραδείγματι, ο Emil Beck στο Tauberbischofsheim έχει καθιερώσει την Γαλλική αρίθμηση φυλάξεων.

Σάββατο 16 Απριλίου 2011

Η ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΧΡΟΝΩΝ


Αφιερωμένο στα τρία χρόνια λειτουργίας της Ομάδος μας
με ό,τι αυτό σημαίνει.




     Η επιτυχής διεξαγωγή ενός Πολέμου δεν βασίζεται στη δύναμη των μπράτσων αλλά στη δύναμη του νου και της ορθότητος συμπερασμάτων που παράγει. Ο τρόπος σκέψεως καθορίζει εάν κάποιος θα είναι ο νικητής ή ο ηττημένος!



     Οι ΄Εφιππες Μαχητικές Τέχνες, ως Τέχνες Πολέμου, διέπονται και αυτές από την Πολεμική Αρετή η οποία εμπεριέχει εν μέρει την Ηθική του Πολέμου αλλά όχι μόνον. Μιλώντας για «Αρετή» εννοούμε την Ανδρεία συν την Ηθική οι οποίες συνιστούν τις «ρίζες» της πολεμικής πρακτικής και πολύ συχνά, οι περί τον Πόλεμο φιλοσοφούντες διαπράττουν το σφάλμα να μιλούν απλώς για «Ηθική» αντί του ορθού «Αρετή». Η πρώτη αυτή διευκρίνιση κρίνεται ως απολύτως απαραίτητη, προκειμένου να οροθετήσει μια πολύ περιεκτική διάκριση. Η Πολεμική Αρετή θεωρείται ως το σημαντικότερο κριτήριο που καθορίζει την πρόοδο κάθε Μαθητού στις Πολεμικές Τέχνες και θα πρέπει εκ των προτέρων να αποτιμάται και από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο να μάθει αλλά και από εκείνον που θα διδάξει.

     Η δισυπόστατη Πολεμική Αρετή (αυτό το οποίο οι Κινέζοι ονομάζουν «Βούντε» αναλύεται, επίσης, σε δύο τομείς, εκείνο της νοητικής Αρετής ( της νοητικής δυνατότητος αντιλήψεως του θετικού) κι εκείνον της έμπρακτης Αρετής (της έμπρακτης επιτελέσεως του θετικού). Είναι φυσικό οι Μαθητές να μην αντιλαμβάνονται πάντοτε τις ατομικές τους δυνατότητες προς τις προαναφερθείσες δύο κατευθύνσεις, όμως, ο Δάσκαλος είναι υποχρεωμένος διαρκώς να τις αναζητά και να τις προσδιορίζει για τους Μαθητές του αν, φυσικά, ενδιαφέρεται να τους ωφελήσει. 

     Οι Κινέζοι πιστεύουν ότι όλοι διαθέτουμε δύο νοητικές υποστάσεις, την συναισθηματική (Ξιν) και την ρεαλιστική (Γι). Όταν στην εξαγωγή ενός συμπεράσματος κυριαρχεί η συναισθηματική πλευρά του νου τότε ο κίνδυνος αποτυχίας είναι μέγιστος. Αντιθέτως, όταν κυριαρχεί η ρεαλιστική πλευρά μπορούμε να προσδοκούμε νίκη.

      Στις Έφιππες Μαχητικές Τέχνες, όπως ακριβώς και στις υπόλοιπες Μαχητικές Τέχνες, η επιλογή του σωστού Δασκάλου σημαίνει μία αμφίδρομη δυσκολία. Ο μεν Μαθητής θα δυσκολευθεί να επιλέξει έναν σωστό Δάσκαλο, όπως ακριβώς και ο Δάσκαλος θα δυσκολευθεί να επιλέξει έναν σωστό Μαθητή. Η δυσκολία έγκειται στο ότι οι Άνθρωποι έχουμε το φυσικό «προνόμιο» να μπορούμε να αποκρύπτουμε τον αληθινό εαυτό μας πίσω από «μάσκες» που νομίζουμε ότι αποκρύπτουν τον πραγματικό μας χαρακτήρα και το ρήμα «νομίζουμε» δεν αποτελεί τυχαία επιλογή… Τούτο σημαίνει ότι ο Δάσκαλος ουδέποτε θα πρέπει να αρκεσθεί στον αρχικό ενθουσιασμό ενός νέου Μαθητού, όπως κατά κανόνα παρατηρείται. Το βάθος χρόνου υπό την συνεχή επαφή με τον Δάσκαλο και τις ολοένα μεγαλύτερες απαιτήσεις, θα δείξουν εάν πράγματι ο Μαθητής μπορεί να «σηκώσει» στους ώμους του τόσο την σχέση του με τον Δάσκαλο όσο και τον όγκο των συνεχώς αυξανομένων απαιτήσεων.

     Αναλαμβάνοντας έναν καινούργιο Μαθητή ο Δάσκαλος είναι υποχρεωμένος να τον θέσει υπό παρατήρηση. Το αρχικό ζητούμενο για τον Δάσκαλο πρέπει να είναι εάν ο καινούργιος του Μαθητής είναι πράγματι αξιόπιστος της διδασκαλίας του ή όχι! Κατόπιν θα πρέπει να εκτιμήσει και εάν ο καινούργιος Μαθητής είναι ικανός να διεκπεραιώσει την πολεμική αποστολή του ή όχι. Εδώ, θα πρέπει να αποτιμήσει όσο γίνεται πιο ρεαλιστικά τον βαθμό της Πολεμικής Αρετής του παρατηρουμένου. Γενικά, οι Κινέζοι πιστεύουν ότι για μια ορθή εκτίμηση απαιτείται από πλευράς του Δασκάλου παρατήρηση τριών χρόνων! Στο διάστημα αυτών των τριών χρόνων ο Δάσκαλος θα αποφύγει να ξεκινήσει την πραγματική διδασκαλία της Πολεμικής Τέχνης αλλά θα περιορισθεί , κυρίως , στην παράθεση του προσωπικού του «παραδείγματος» ως διδασκαλίας ζωής αφού, ο Δάσκαλος Πολεμικών Τεχνών δεν διδάσκει απλώς μία Πολεμική Τέχνη αλλά έναν τρόπο ζωής! Σ’ αυτά τα τρία χρόνια ο Δάσκαλος θα πρέπει να καταλήξει εάν ο καινούργιος Μαθητής του αξίζει να γίνει κοινωνός των μυστικών της διδασκαλικής Τέχνης ή όχι. Και, εάν καταλήξει πως «ναι» τότε, εσαεί, δεν θα πρέπει να αποκρύψει τίποτε από τον Μαθητή του τον οποίο θα πρέπει να αισθάνεται ως φυσική συνέχειά του.

     Όμως και ο Μαθητής αντιμετωπίζει, πάντοτε, ένα ανάλογο πρόβλημα, δηλαδή, να μην γνωρίζει εξ αρχής εάν θα μπορέσει να συνεργασθεί με τον συγκεκριμένο Δάσκαλο. Ασχέτως εάν ένας Δάσκαλος είναι κορυφαίος στην Τέχνη που διδάσκει, τούτο δεν σημαίνει ότι μπορεί να την διδάξει σε όλους αδιακρίτως οι οποίοι θα τον πλησιάσουν ως Μαθητές του. Οι Κινέζοι πιστεύουν ότι και ο Μαθητής, επίσης, χρειάζεται τρία χρόνια για να αποφασίσει εάν μπορεί να συνεργασθεί με τον συγκεκριμένο Δάσκαλο τον οποίο θα πρέπει εξίσου να παρατηρήσει προσεκτικά για να καταλήξει σε ένα ορθό συμπέρασμα. Για τον Μαθητή αυτή η τριετία θα είναι μία περίοδος πλήρους υποταγής, κατόπιν δε, αποφασίζοντας ότι η επιλογή του Δασκάλου ήταν ορθή, η υποταγή θα ανελιχθεί σε σχέση πίστεως και συνεργασίας και μόνον έτσι θα μπορέσει να προσλάβει την γνώση! Κι ένας ευφυής Μαθητής Πολεμικών Τεχνών θα προτιμήσει να αφιερώσει τρία χρόνια πριν αποφασίσει εάν ο συγκεκριμένος Δάσκαλος θα του είναι ωφέλιμος παρά να βιαστεί υφιστάμενος μια άγονη περιπέτεια η οποία μπορεί να του κληροδοτήσει ανεπίστρεπτες βλάβες, ψυχικές ή σωματικές, απαιτώντας πολύ περισσότερο χρόνο για να τις επουλώσει.
    
     Η γονιμότητα παρατηρήσεως των τριών χρόνων είναι το θεμέλιο της επιτυχούς σχέσεως Δασκάλου και Μαθητού και προϋπόθεση προόδου στις Πολεμικές Τέχνες του τελευταίου!




_________________________________________

     Τα παραπάνω αποτελούν οδηγίες για την διδασκαλία Πολεμικών Τεχνών οι οποίες προέρχονται ευγενώς από Κινεζικό Μοναστήρι προς την Ομάδα μας. Η συνεχής αγωνία μας να μπορούμε να είμαστε πάντοτε   ευεργετικοί προς τα Μέλη μας, μας κάνει να χτυπάμε σημαντικές «πόρτες» και να ζητάμε υποστήριξη των γνώσεών μας οι οποίες, πάντοτε, θα χρήζουν βελτιώσεως. Εν προκειμένω, η ανάρτηση γίνεται προς ενίσχυση των γνώσεων και των Συνασκουμένων οι οποίοι αναλαμβάνουν την διεξαγωγή Προπονήσεως.




Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

ΕΝΑΣ ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΡΓΟΥ

ΤΗΣ

"ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΦΙΠΠΟΤΟΞΟΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ"






     Με την βοήθεια της Φλώρας και μετά από εργασία αρκετών ωρών, καταφέραμε να ολοκληρώσουμε το παραπλεύρως αναρτηθέν video ώστε τα Μέλη και οι επισκέπτες μας να μπορούν να αποκτήσουν μια, κάπως, ολοκληρωμένη «εικόνα» της μέχρι τώρα δραστηριότητος της «ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΦΙΠΠΟΤΟΞΟΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ» και της Ελληνικής Ομάδος Έφιππης Τοξοβολίας «ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΕΝΤΑΥΡΟΙ».

 

     Οι περιωρισμένες δυνατότητες του YouTube δεν επιτρέπουν, ασφαλώς, ούτε την ποιοτική ανάδειξη των δραστηριοτήτων μας, ούτε την ποσοτική τους. Απλώς, κάναμε ό,τι ήταν δυνατόν για να παρουσιάσουμε ένα σύντομο περίγραμμα των όσων μέχρι σήμερα καταφέραμε, παραλείποντας πολλά επιπλέον!



     Απολαύστε το!